Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (irritable bowel syndrome, IBS) είναι μία πολύ κοινή πάθηση η οποίο μπορεί να επηρεάσει πάνω από το 15% του γενικού πληθυσμού. Αναφέρεται και ως σπαστική κολίτιδα, βλεννώδης κολίτιδα ή «νευρικό» έντερο. Δεν πρέπει να μπερδεύουμε το IBS με φλεγμονώδεις καταστάσεις όπως την ελκώδη κολίτιδα ή την νόσο Crohn.
Το IBS είναι μία λειτουργική πάθηση στην οποία το έντερο μεν δεν λειτουργεί καλά, αλλά δεν υπάρχει δε μία δομική ή φυσιολογική ανωμαλία.
Ασθενείς με IBS μπορεί να παρουσιάσουν κοιλιακό πόνο και μεταβολή στην εντερική τους λειτουργία – διάρροιες, δυσκοιλιότητα ή και τα δύο. Περαιτέρω συμπτώματα συμπεριλαμβάνουν κοιλιακούς σπασμούς, συναίσθημα βάρους ή φουσκώματος, πιθανή βλέννη στα κόπρανα ή συναίσθημα ατελών κενώσεων με αίσθημα υπολείμματος κοπράνων στο παχύ έντερο.
Τα συμπτώματα του ευερέθιστου εντέρου φαίνεται να οφείλονται σε μία κακή επικοινωνία μεταξύ των νεύρων και των μυών του εντέρου. Αυτή η ανώμαλη επικοινωνία προκαλεί μία ιδιαίτερη ευαισθησία στο έντερο. Οι μύς του εντέρου συσπώνται πιο έντονα ή πιο χαλαρά απ’ότι πρέπει, ή σε άλλες περιπτώσεις προκαλούνται αργές ή γρήγορες συσπάσεις. Παρ’όλο που δεν υπάρχει φυσική απόφραξη ο ασθενής έχει το συναίσθημα της λειτουργικής απόφραξης του εντέρου του.
Το IBS δεν προκαλείται από το στρες. Δεν είναι μία ψυχιατρική ή ψυχολογική πάθηση. Παρ’όλα αυτά το ψυχολογικό στρες μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα του συνδρόμου. Πολλοί άνθρωποι έχουν διάρροιες ή δυσκοιλιότητα όταν αγχώνονται ή όταν στρεσάρονται. Είναι αδύνατο να ελέγξουμε τον τρόπο με τον οποίο το στρες μας επιδρά στο έντερό μας, αλλά σίγουρα αν καταφέρουμε να ελαττώσουμε τις στρεσογόνες καταστάσεις στην καθημερινότητά μας θα βοηθήσουμε σημαντικά στην βελτίωση των συμπτωμάτων του IBS.
Το σύνδρομο δεν σχετίζεται με καρκίνο, αιμορραγία ή φλεγμονώδη εντερικά νοσήματα.
Μία λεπτομερής κλινική εξέταση από κάποιον ειδικό γαστρεντερολόγο ή χειρουργό είναι υποχρεωτική ώστε να εξαλείψουμε την πιθανότητα άλλων πιο σοβαρών παθήσεων. Οι εξετάσεις θα συμπεριλαμβάνουν εξετάσεις αίματος, εξετάσεις κοπράνων, ενδοσκοπήσεις & ακτινολογικές εξετάσεις. Συμπτώματα τα οποία ΔΕΝ συνδέονται με IBS είναι ο πυρετός, η αναιμία, η απώλεια αίματος από το ορθό και η απώλεια βάρους, και αυτά θα πρέπει να εκτιμηθούν από κάποιον ειδικό περαιτέρω.
Ένα σημαντικό αρχικό βήμα είναι να κατανοήσουμε ότι το σύνδρομο δεν είναι κάτι σημαντικό, δεν απειλεί την ζωή μας και δεν σχετίζεται με σοβαρές παθήσεις του εντέρου. Μερικές φορές και μόνο αυτό αφαιρεί το άγχος του ασθενούς και βελτιώνει τα συμπτώματα. Ελάττωση του στρες, βιοανάδραση, τεχνικές χαλάρωσης ή διαχείρισης του πόνου βοηθάει κάποια άτομα με τα συμπτώματα. Η δημιουργία ενός ημερολογίου με γεύματα και τροφές ίσως βοηθήσει στην αναγνώριση τροφικών στοιχείων που προκαλούν συμπτώματα.
Ήπια ή μετρίου βαθμού συμπτώματα μπορούν να ελεγχθούν με διαιτητικές αλλαγές. Γεύματα με υψηλό περιεχόμενο σε λιπαρά, τηγανητά φαγητά, η καφεΐνη ή το αλκοόλ μπορεί να προκαλέσουν σπασμούς στην κοιλιά η διάρροιες.
Κάποιοι τύποι ζάχαρης, όπως η σορβιτόλη, η οποία χρησιμοποιείται συχνά ως γλυκαντικό χαμηλών θερμίδων ή η φρουκτόζη, που την βρίσκουμε στο μέλι, μπορεί να μην απορροφούνται καλά από το έντερο και να προκαλέσουν διάρροιες. Φαγητά που προκαλούν αέρια όπως τα φασόλια, το λάχανο, το μπρόκολο ή τα λαχανάκια Βρυξελών και το κρεμμύδι προκαλούν φουσκώματα και κοιλιακό πόνο σε άτομα που πάσχουν από το σύνδρομο.
Η αύξηση των φυτικών ινών στα γεύματά μας μπορεί να βελτιώσει τα συμπτώματα της πάθησης αυτής. Σε μερικούς ανθρώπους η απότομη αύξηση φυτικών ινών στο φαγητό μπορεί να προκαλέσει δυσφορία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, αυξάνουμε σταδιακά τις ποσότητες φυτικών ινών ταυτόχρονα με καλές ποσότητες υγρών και νερού.
Άτομα με μετρίου έως μεγάλου βαθμού συμπτώματα μπορεί να χρειαστούν φαρμακευτική αγωγή. Τα φαρμακευτικά σκευάσματα βοηθούν με τα συμπτώματα, αλλά δεν θεραπεύουν το σύνδρομο. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούμε δρουν στους μύες του εντέρου και ελαττώνουν τις συσπάσεις αυτού. Σε ορισμένες περιπτώσεις, και αντικαταθλιπτικά σε μικρές δόσεις έχουν βοηθήσει με τα συμπτώματα.
Η υποχώρηση των συμπτωμάτων είναι συχνά μία αργή διαδικασία. Μπορεί να χρειαστούν 6 ή και παραπάνω μήνες μέχρι να δει κάποιος το πλήρες αποτέλεσμα αυτών. Η υπομονή είναι εξαιρετικά σημαντική στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
Με προσοχή στην διατροφή, έλεγχο του άγχους και την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, όταν αυτή χρειάζεται, τα συμπτώματα του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου μπορούν να αντιμετωπιστούν, ή και να εξαφανιστούν.